Βιολογική Καλλιέργεια-Επένδυση

ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΟΡΓΑΝΙΚΑ – Βιολογικά
Η επένδυση σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις δεν πρέπει να είναι ένα αυστηρό παιχνίδι ή αυτό που προσθέτει στην καταστροφή των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Όταν λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των αγροτών και της γης, οι επενδύσεις στη γεωργία έχουν τη δυνατότητα να έχουν σημαντικό αντίκτυπο. Μια χούφτα εταιρειών που επικεντρώνονται στη βιώσιμη και βιολογική γεωργία ηγούνται του πακέτου τόσο στην αποκατάσταση της γης όσο και στο κέρδος.

Η επένδυση στη βιολογική γεωργία δεν είναι απλή προοπτική. Οι επενδυτές που θέλουν να κερδίσουν κέρδος ενώ υποστηρίζουν βιώσιμες γεωργικές πρακτικές έχουν πολλές επιλογές , και σαν το κίνημα των βιολογικών τροφίμων να ήταν στη νεολαία του, οι υποστηρικτές των βιολογικών καλλιεργήσιμων εκτάσεων εξακολουθούν να επεξεργάζονται τις λεπτομέρειες , να δοκιμάζουν τις στρατηγικές και να μαθαίνουν πώς να συγκεντρώνουν μεγάλη έκκληση χωρίς μειώνοντας το όφελος για τους αγρότες και την ίδια τη γη.

Μία λύση είναι να τροποποιήσετε το υπάρχον επενδυτικό μοντέλο καλλιεργήσιμης γης για να ανταποκριθείτε στις ανάγκες της βιολογικής γεωργίας. Εταιρείες όπως η Iroquois Valley Farms , η Farmland LP και η Dirt Capitol αγοράζουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις, τη μεταβαίνουν σε οργανική πιστοποίηση και τη νοικιάζουν στους αγρότες μέσω ενός προγράμματος μίσθωσης που διαφέρει σημαντικά από το συμβατικό μοντέλο.

Οι εταιρείες που επενδύουν σε βιολογική γη θέλουν να τη βελτιώσουν οι ενοικιαστές τους και αυτές οι βελτιώσεις χρειάζονται χρόνο. Λόγω αυτής της πραγματικότητας (και του επιπρόσθετου στόχου του να θέλουν να επιτρέψουν στους νέους αγρότες καθώς και να διευκολύνουν τον κύκλο εργασιών των υφιστάμενων εκμεταλλεύσεων), αυτές οι εταιρείες συνήθως δεν θέτουν όρια στις μισθώσεις τους.

Για να λειτουργήσει αυτή η ρύθμιση, οι εταιρείες που ασχολούνται με βιολογικές καλλιεργήσιμες εκτάσεις πρέπει επίσης να αναλάβουν ενεργό ρόλο στη διαχείριση της γης και να απαιτήσουν από τους επενδυτές τους να κατανοήσουν τη μακροπρόθεσμη φύση της επένδυσης πριν από την εγγραφή τους. Στην περίπτωση της κοιλάδας Iroquois, δεν μπορεί να πωληθεί γη για να εξαγοράσει μετοχές. η γη δεν πωλείται ποτέ, εκτός εάν ο αγρότης θέλει να την αγοράσει. Οι αγρότες μπορούν να μισθώσουν επ ‘αόριστον χωρίς να φοβούνται ότι η γη θα πουληθεί από κάτω τους και όταν έχουν αναπτύξει την επιχείρησή τους για να έχουν αρκετούς πόρους για ένα δάνειο, μπορούν να αγοράσουν τη γη με την οποία έχουν ήδη οικοδομήσει σχέση.

ΠΕΡΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ ΧΡΥΣΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΤ
Το βιολογικό μοντέλο της επένδυσης σε γεωργικές εκτάσεις είναι το αντίστροφο του συμβατικού μοντέλου: αντί να γίνεται κατάχρηση και εξάντληση των βραχυπρόθεσμων χρηστών, η γη γίνεται πιο πολύτιμη όσο περισσότερο δουλεύει. Σε έναν λαμπρό (αν κάπως υπερμελιωμένο) βρόχο ανατροφοδότησης, οι συνθήκες λιπασματοποίησης τροφοδοτούν το έδαφος, το οποίο παράγει βιώσιμο εισόδημα από το αγρόκτημα, το οποίο αυξάνει την αξία της γης και επιστρέφει στους επενδυτές. Επειδή η ζήτηση για βιολογικά προϊόντα είναι τόσο υψηλή σε σχέση με τον εφοδιασμό, οι βιολογικές καλλιέργειες πωλούν σε τιμές διπλάσιες ή τετραπλασιασμένες από εκείνες των συμβατικών καλλιεργειών, καθιστώντας αυτή τη ρύθμιση κερδοφόρα τόσο για τους αγρότες όσο και για τους επενδυτές.

Οι εταιρείες που προσφέρουν επενδύσεις σε βιολογική γη αποδεικνύουν επίσης ότι μια βιώσιμη έκδοση των επενδύσεων σε γεωργικές εκτάσεις δεν είναι μόνο μια αίσθηση καλής προσπάθειας, αλλά και μια κερδοφόρα. Με τόσο Iroquois Valley και χωράφια LP ήδη αντιμετωπίζουν διψήφιο επιστρέφει, η δυνατότητα ακόμα και για τα πιο κέρδους επενδυτές να ρίξει χρήματα σε ένα έργο πλανήτη εξοικονόμησης υπάρχει – και αυτό είναι μια νίκη για όλους.

Οι οργανικές επενδύσεις σε γεωργικές εκτάσεις είναι μια μακροπρόθεσμη στρατηγική από οποιαδήποτε γωνία, και η πιο συναρπαστική γωνία για τους επενδυτές μπορεί να είναι η ανθεκτικότητά τους. Καθώς τα συμβατικά μοντέλα καλλιέργειας αγκράφονται κάτω από τους περιορισμούς της εξάντλησης των πόρων (στραγγισμένοι υδατοφόροι, εξαντλημένη γονιμότητα εδάφους ή επιπλοκές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή), οι βιολογικές εκμεταλλεύσεις είναι καλύτερα προετοιμασμένες και προσαρμοσμένες.

 

8 βιολογικά προϊόντα που υπόσχονται μεγάλα κέρδη

Τεράστιες οι προοπτικές ανάπτυξης των βιολογικών προϊόντων.

Υψηλότερα κατά 50% σε σχέση με τις συμβατικές καλλιέργειες τα κέρδη για τους παραγωγούς

Εισόδημα υψηλότερο κατά τουλάχιστον 50% σε σχέση με τους συμβατικούς τρόπους καλλιέργειας μπορεί να αποφέρει η ενασχόληση με την παραγωγή βιολογικών προϊόντων στη χώρα μας.

Οι «Επαγγελματικές Ευκαιρίες», με τη βοήθεια του γεωπόνου Κάσσανδρου Γάτσιου, παρουσιάζουν έναν οδηγό για τα οκτώ κορυφαία βιολογικά προϊόντα, βάσει της ζήτησης που γνωρίζουν στην εγχώρια και την εκτός ελληνικών συνόρων αγορά.

Με τον εγχώριο τζίρο να κινείται στα επίπεδα των 100 εκατ. ευρώ και την αξία της ευρωπαϊκής αγοράς να σημειώνει κάθε χρόνο σημαντική άνοδο ξεπερνώντας τα 20 δισ. ευρώ, τα βιολογικά προϊόντα παρουσιάζουν τεράστιες προοπτικές ανάπτυξης.

Ενδεικτικό της θετικής αυτής εικόνας αποτελεί το γεγονός της αύξησης των ελληνικών εξαγωγών, με τη Γερμανία και τις ΗΠΑ να θεωρούνται οι αγαπημένοι πελάτες των ελληνικών βιολογικών προϊόντων.

Η βιολογική καλλιέργεια είναι η μέθοδος καλλιέργειας κατά την οποία, σύμφωνα με κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εφαρμόζονται συγκεκριμένες πρακτικές για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων. Οι πρακτικές αυτές αφορούν τη λίπανση και τη φυτοπροστασία.

Η ένταξη της εκμετάλλευσης ή της επιχείρησης στα συστήματα της βιολογικής γεωργίας προϋποθέτει την επιλογή ενός από τους εγκεκριμένους οργανισμούς ελέγχου και πιστοποίησης προϊόντων βιολογικής γεωργίας υπογράφοντας ένα συμβόλαιο συνεργασίας. Με τη σύμβαση αυτή, η γεωργική εκμετάλλευση-επιχείρηση υποβάλλεται στο σύστημα ελέγχου. Ο έλεγχος στη βιολογική γεωργία γίνεται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο από τον αρμόδιο ελεγκτικό οργανισμό.

Διενεργείται, δε, σε όλα τα στάδια της παραγωγής, της αποθήκευσης, της εμπορίας και της συσκευασίας των προϊόντων. Η πιστοποίηση των βιολογικών προϊόντων γίνεται από έναν από τους οργανισμούς οι οποίοι έχουν τεθεί υπό την επίβλεψη του Agrocert, με αρμοδιότητα τον έλεγχο και την πιστοποίηση των προϊόντων αυτών καθώς και τον έλεγχο των επιχειρηματιών που κάνουν εισαγωγές από τρίτες χώρες.

Βιολογικές ελιές – λάδι

Περιζήτητο το ελληνικό ελαιόλαδο στις ξένες αγορές

Η βιολογική παραγωγή ελαιοκάρπου είναι δυνατή σε διάφορους τύπους ελαιώνων, δηλαδή μπορεί να ενταχθεί ένας ελαιώνας βιολογικής γεωργίας του οποίου η πρώτη συγκομιδή μπορεί να πιστοποιηθεί. Επίσης, μπορεί να ενταχθεί ένας συμβατικός ή ολοκληρωμένης διαχείρισης ελαιώνας αφού μετατραπεί σε βιολογικής γεωργίας, αφού βέβαια περάσει ένα μεταβατικό στάδιο τριών ετών. Σε αυτήν τη μεταβατική περίοδο, όλοι οι κανόνες της βιολογικής γεωργίας πρέπει να πληρούνται, αν και το τελικό προϊόν (ελιές ή ελαιόλαδο) δεν μπορεί να διατεθεί στην αγορά ως τέτοιο.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη τάση από τους ελαιοπαραγωγούς να μετατρέπουν τις ελαιοκαλλιέργειες τους σε βιολογικές καλλιέργειες. Οι βιολογικά καλλιεργούμενοι ελαιώνες αποτελούν το 50% των βιολογικών καλλιεργειών της χώρας μας. Ενα άλλο χαρακτηριστικό του βιολογικά παραγόμενου ελαιολάδου είναι ότι το 50% αυτής της παραγωγής εξάγεται ως τυποποιημένο βιολογικό προϊόν, με τιμές που κυμαίνονται 4-4,5 ευρώ το κιλό.

Στη βιολογική καλλιέργεια της ελιάς, πέρα των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε λίπανση και φυτοπροστασία, πρέπει να γίνεται το κατάλληλο κλάδεμα ώστε να αφαιρούνται τα άρρωστα κλαδιά. Η συγκομιδή δεν πρέπει να γίνεται με ραβδιά. Χρησιμοποιούνται η χειρωνακτική συγκομιδή, ή η μηχανική συγκομιδή – χειροκίνητη ή ηλεκτρική, ή με δόνηση των κλαδιών και του κορμού.

Η συγκομιδή θα πρέπει να ακολουθείται από την άμεση μεταφορά στο ελαιοτριβείο για την παραγωγή του ελαιολάδου την ίδια μέρα ή την επομένη.

Στην παραγωγή παρθένου ελαιολάδου δεν χρησιμοποιούνται χημικά διαλυτικά. Το προϊόν παράγεται χρησιμοποιώντας μόνο φυσικές μεθόδους.

Μετά το πλύσιμο των ελιών ακολουθεί η διαδικασία άλεσης και η μάλαξη, η οποία διαρκεί 25-35 λεπτά.

Στη συνέχεια γίνεται φυγοκέντρηση για 40-60 λεπτά. Μετά τη διαδικασία παραγωγής, το ελαιόλαδο πρέπει να αποθηκεύεται γρήγορα, αποφεύγοντας την επαφή με τον αέρα και το φως, σε δοχεία από αδρανή υλικά.

Βιολογικό σταφύλι – κρασί – τσίπουρο

Εισόδημα έως και 2.800 ευρώ ανά στρέμμα για τους οινοποιούς

Η παραγωγή και η ζήτηση κρασιών που παράγονται από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας βρίσκονται σε αυξητική πορεία. Η βιολογική καλλιέργεια της αμπέλου είναι η μέθοδος καλλιέργειας κατά την οποία, σύμφωνα με κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εφαρμόζονται συγκεκριμένες πρακτικές για την παραγωγή βιολογικών σταφυλιών. Οι πρακτικές αυτές αφορούν τη λίπανση και τη φυτοπροστασία.

Στην οινοποίηση, οι διαφορές μεταξύ του συμβατικά παραγόμενου και του βιολογικού κρασιού είναι μικρές.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ψηφίσει τον Κανονισμό 834/2007, ο οποίος αντικαθιστά τον Κανονισμό 2092/91. Με αυτόν εισαγάγεται για πρώτη φορά το πλαίσιο μέσα από το οποίο γίνεται η πιστοποίηση βιολογικού οίνου. Σύμφωνα με αυτόν, από την 1η Ιανουαρίου του 2009 έχει δημιουργηθεί το πλαίσιο των προδιαγραφών μέσα από το οποίο πιστοποιείται το βιολογικό κρασί.

Εχει ξεκινήσει ένα τριετές ευρωπαϊκό πρόγραμμα σε πολλές χώρες και σε τρεις περιοχές της Ελλάδας με σκοπό να καταλήξει σε ένα πρωτόκολλο για τη βιολογική οινοποίηση.

Βιολογικό κρασί πωλείται σήμερα μετά την έγκριση του σχετικού κανονισμού από την ΕΕ. Με τον νέο κανονισμό έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται από την εσοδεία του 2012. Οι παραγωγοί βιολογικού κρασιού χρησιμοποιούν σταφύλια που έχουν παραχθεί με βιολογικές μεθόδους, έχουν δε το δικαίωμα να αναγράφουν στις φιάλες «βιολογικό κρασί» και όχι «κρασί από βιολογικά σταφύλια», όπως συνέβαινε μέχρι το 2012 που δεν είχε εφαρμοστεί ο σχετικός κανονισμός.

Οι μεγαλύτεροι βιολογικοί αμπελώνες υπάρχουν στην Ιταλία, 303.000 στρέμματα, στη Γαλλία, 215.000 στρέμματα, και στην Ισπανία, 176.600 στρέμματα, ενώ στην Ελλάδα καλλιεργούνται 38.750 στρέμματα αμπέλια για την παραγωγή βιολογικού κρασιού.

Το εισόδημα που μπορεί να αποφέρει στους παραγωγούς με τη δημιουργία της νέας αυτής κατηγορίας κρασιού είναι τουλάχιστον 20-25% μεγαλύτερο από αυτό της συμβατικής οινοποίησης.

Το ακαθάριστο εισόδημα στον αμπελουργό βιολογικών σταφυλιών υπολογίζεται να είναι 1.700-2.000 ευρώ ανά στρέμμα, αν λάβουμε ως βάση μία μέση παραγωγή σταφυλιών 1.000 κιλά/στρέμμα και μία μέση τιμή 1,5-2 ευρώ ανά κιλό.

Στον οινοποιό βιολογικού κρασιού 1.600-2.800 ευρώ ανά στρέμμα, αν υπολογίσουμε μία παραγωγή 600-800 κιλά κρασιού ανά στρέμμα και μία τιμή 2,7-3,5 ευρώ το κιλό.

Το τσίπουρο είναι ελληνικό αλκοολούχο ποτό που παρασκευάζεται με την απόσταξη των στεμφύλων, σε καζάνι, δηλαδή των υπολειμμάτων των σταφυλιών μετά από το πάτημα και την εξαγωγή του μούστου για την παρασκευή του κρασιού η ακόμη και από σταφύλια χωρίς να γίνει η εξαγωγή του μούστου. Πριν από την απόσταξη τα στέμφυλα πρέπει να υποστούν ζύμωση η οποία διαρκεί περίπου 30 ημέρες. Τα σταφύλια προέρχονται πάντα από βιολογικούς αμπελώνες.

Κατά την απόσταξη σε μερικές περιοχές προστίθενται στον αποστακτήρα, και γλυκάνισο για να αποκτήσει το τσίπουρο ένα ιδιαίτερο άρωμα. Συχνά το τσίπουρο αποστάζεται και δεύτερη φορά ώστε να γίνει πιο δυνατό. Οι οικονομικές αποδόσεις για τους παραγωγούς είναι υψηλές.

Ελληνική ρίγανη. Η καλύτερη στον κόσμο

Η ρίγανη αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας, της Β. Αφρικής. Στη χώρα μας αυτοφύεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα, κυρίως σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Η ελληνική ρίγανη θεωρείται από πλευράς ποιότητας η καλύτερη στον κόσμο.

Η ρίγανη είναι ένα φυτό που αντέχει πολύ στο κρύο. Τον χειμώνα καταστρέφεται το υπέργειο τμήμα της, στη συνέχεια την άνοιξη ξαναβλαστάνει το υπόγειο τμήμα της, ενώ αντέχει πολύ και στην ξηρασία.

Η συλλογή γίνεται όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθηση. Μπορεί να γίνεται με δρεπάνια όταν η έκταση είναι μικρή ή με χορτοκοπτική μηχανή όταν είναι μεγάλη, και στη συνέχεια μεταφέρεται στο ξηραντήριο. Οταν δεν υπάρχει ξηραντήριο μεταφέρεται σε ένα αλώνι, όπου αποξηραίνεται στον ήλιο.

Μετά την αποξήρανση γίνεται το τρίψιμο και το κοσκίνισμα της ρίγανης, ώστε να απομακρυνθούν τα μεγάλα τεμάχια των βλαστών. Το κόστος εγκατάστασης ανέρχεται σε 220 ευρώ το στρέμμα. Η τιμή της ξηρής δρόγης της βιολογικής ρίγανης είναι τριπλάσια σε σχέση με τη συμβατική και ανέρχεται σε 5-6 ευρώ το κιλό, δηλαδή με μία παραγωγή σε πλήρη παραγωγή 300 κιλών, μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα γύρω στα 1.000 ευρώ ανά στρέμμα.

Βιολογική πιπεριά

Τα 3 ευρώ το κιλό αγγίζουν οι τιμές

Η πιπεριά μπορεί να καλλιεργηθεί σε έδαφος που μπορεί να είναι αμμώδες, αμμοπηλώδες ή πηλοαμμώδες. Θα πρέπει να έχει καλή στράγγιση, υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και ρΗ 6-7.

Τα φυτά της πιπεριάς αναπτύσσονται κανονικά σε θερμοκρασίες που κυμαίνονται από 16-18°C κατά τη νύχτα και 22-28°C την ημέρα. Η πιπεριά πρέπει να υποστυλώνεται, επειδή βελτιώνεται η ηλιοφάνεια και ο αερισμός των φυτών, με αποτέλεσμα την καλύτερη και μεγαλύτερη παραγωγή.

Οι καρποί της πιπεριάς μπορεί να συγκομισθούν όταν είναι άωροι (στάδιο του ώριμου πράσινου), το οποίο χαρακτηρίζεται από το σκούρο γυαλιστερό πράσινο χρώμα, ή όταν είναι ώριμοι και όταν έχουν αποκτήσει το χαρακτηριστικό χρώμα της ποικιλίας τους. Στο στάδιο που συγκομίζονται πράσινοι οι καρποί, τότε αυτοί έχουν φθάσει στο μέγιστο μέγεθος. Η κοπή των καρπών γίνεται με τα χέρια ή με ψαλίδι ή με μαχαίρι και μαζί με τον καρπό κόβεται και ένα τμήμα του μίσχου ώστε να διατηρούνται για περισσότερο χρόνο οι καρποί.

Οι αποδόσεις της πιπεριάς μπορεί να φθάσουν τα 3.500-5.000 κιλά το στρέμμα στα θερμοκήπια και σε μερικές περιπτώσεις μέχρι 8.000 κιλά. Σε υπαίθριες καλλιέργειες η μέση παραγωγή είναι 2.000-3.000 κιλά το στρέμμα. Οι τιμές που απολαμβάνουν οι παραγωγοί για τις πράσινες βιολογικές πιπεριές είναι γύρω στο 1,5-2,0 ευρώ το κιλό, ενώ για τις έγχρωμες γύρω στα 3 ευρώ το κιλό.
Το κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας μπορεί να είναι 1.200-1.500 ευρώ το στρέμμα. Το μεγαλύτερο μέρος του κόστους καλλιέργειας αφορά τη συγκομιδή των καρπών που γίνεται με τα χέρια. Σε μία υπαίθρια καλλιέργεια μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα 1.700-2.000 ευρώ ανά στρέμμα.

Βιολογική ντομάτα

Καθαρά κέρδη έως 1.800€ το στρέμμα

Ανάμεσα στα λαχανικά που καλλιεργούνται βιολογικά στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό, είναι η ντομάτα. Ο λόγος είναι ότι συγκεντρώνει πολλά πλεονεκτήματα, τόσο εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης του προϊόντος όσο και για τον τρόπο παραγωγής του. Στη βιολογική γεωργία δεν επιτρέπεται η χρήση συνθετικών χημικών ουσιών για τη θρέψη των φυτών και την προστασία τους. Αντίθετα, στη συμβατική γεωργία το αγροοικοσύστημα δέχεται καλλιεργητικές πρακτικές, που χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων με αποτέλεσμα την επιβάρυνσή του.

Η ντομάτα είναι φυτό που απορροφά από το έδαφος μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων. Πρέπει να χρησιμοποιούνται 3-4 τόνοι κοπριάς ή 3-5 τόνοι κομπόστ το στρέμμα. Επίσης η καταπολέμηση των εχθρών και των ασθενειών πρέπει να γίνεται με τα επιτρεπόμενα βιολογικά σκευάσματα. Η συγκομιδή των καρπών ξεκινάει από το στάδιο μετά την αλλαγή του χρώματος του καρπού από πράσινο σε κόκκινο και γίνεται σε επαναλήψεις με τα χέρια. Μία μέση παραγωγή ενός φυτού για υπαίθριες καλλιέργειες είναι 1.8 kg. Δηλαδή η μέση απόδοση ανά στρέμμα μπορεί να υπολογιστεί σε 3.5-4.5 τόνους.

Το κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας είναι 1.200-1.500 ευρώ στρέμμα. Μπορεί, δε, να δώσει η βιολογική καλλιέργεια καθαρό εισόδημα 1.500-1.800 ευρώ το στρέμμα.

inverter , ινβερτερ

inverter ,ινβερτερ

inverter inverters

Το καλάθι μου
Wishlist
Recently Viewed
Compare Products (0 Products)
Compare Product
Compare Product
Compare Product
Compare Product
Categories